lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνέταιρος στα ουκρανικά

Λέξη:
συνέταιρος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
компаньйон, підбурювач
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά συνέταιρος, συνέταιρος ή συνεταίρος, ζητείται συνέταιρος, συνέταιρος στα ουκρανικά, компаньйон στα ελληνικά
συνέταιρος στα ουκρανικά