lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονοπάτι στα φινλανδικά

Λέξη:
μονοπάτι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (12):
ajokaista, ajorata, ajotie, kulkureitti, kulkuväylä, lentorata, polku, raide, reitti, tie, ura, valtakatu
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά μονοπάτι, μονοπάτι του κάκαβου, μονοπάτι του διαβόλου, μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι παρνασσού 2014, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι στα φινλανδικά, ajokaista στα ελληνικά
μονοπάτι στα φινλανδικά