lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έλος στα δανική

Λέξη:
έλος (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (11):
dy, dynd, gytje, jord, moras, mose, mudder, myr, slam, sump, søl
Σχετικές λέξεις:
δανική έλος, τέλος επιτηδεύματος, έλοσ αγυιάσ, έλος χανίων, έλος της αγυιάς, έλος συνωνυμα, έλος στα δανική, dy στα ελληνικά
έλος στα δανική