lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έλος στα πορτογαλικά

Λέξη:
έλος (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (11):
barro, brejo, ciganada, impureza, lama, limo, lodaçal, lodo, pecinha, pântano, sociedade
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά έλος, τέλος επιτηδεύματος, έλοσ αγυιάσ, έλος χανίων, έλος της αγυιάς, έλος συνωνυμα, έλος στα πορτογαλικά, barro στα ελληνικά
έλος στα πορτογαλικά