lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ένα στα δανική

Λέξη:
ένα (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (14):
alene, en, end, enders, eneste, ensom, et, isoleret, man, nogen, sikker, solo, ugift, unik
Σχετικές λέξεις:
δανική ένα, ένα φιλάκι είναι λίγο, ένα τραγούδι για την κεφαλονιά, ένα το χελιδόνι, ένα παλικάρι 20 χρονών, ένα παιδί ένας κόσμος, ένα στα δανική, alene στα ελληνικά
ένα στα δανική