lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έξυπνος στα δανική

Λέξη:
έξυπνος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (35):
advokatorisk, begavet, blank, dreven, dygtig, ekspert, fiffig, fiks, flink, forstandig, ful, gløgg, habil, hurtig, intelligent, ivrig, kapabel, klok, kvik, list, listig, livlig, lur, rask, skarp, skarpsindig, slug, smart, smidig, snedig, snu, sveg, talent, underfundig, vittig
Σχετικές λέξεις:
δανική έξυπνος, έξυπνοσ χορόσ, έξυπνος φωτισμός, έξυπνος συνώνυμα, έξυπνος σαν, έξυπνος μετρητής ρεύματος, έξυπνος στα δανική, advokatorisk στα ελληνικά
έξυπνος στα δανική