lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έξυπνος στα λευκορωσίας

Λέξη:
έξυπνος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (13):
быстры, здатны, здольны, зручны, кемлівы, кемны, лоўкі, мудрагелісты, хітры, цямлівы, человек, шпаркі, ёмкі
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας έξυπνος, έξυπνοσ χορόσ, έξυπνος φωτισμός, έξυπνος συνώνυμα, έξυπνος σαν, έξυπνος μετρητής ρεύματος, έξυπνος στα λευκορωσίας, быстры στα ελληνικά
έξυπνος στα λευκορωσίας