lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμοιβαίος στα δανική

Λέξη:
αμοιβαίος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (3):
fælles, gensidig, indbyrdes
Σχετικές λέξεις:
δανική αμοιβαίος, αμοιβαίος συνώνυμο, αμοιβαίος συνωνυμα, αμοιβαίος αποκλεισμός, αμοιβαίος στα δανική, fælles στα ελληνικά
αμοιβαίος στα δανική