lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενήλικας στα δανική

Λέξη:
ενήλικας (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
moden, voksen
Σχετικές λέξεις:
δανική ενήλικας, ο ενήλικας, ενήλικας στα αγγλικα, ενήλικας ή ενήλικος, δυσλεκτικόσ ενήλικασ, αυτιστικός ενήλικας, ενήλικας στα δανική, moden στα ελληνικά
ενήλικας στα δανική