lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ντύνω στα γαλλικά

Λέξη:
ντύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (10):
accoutrer, costumer, ficeler, fringuer, frusquer, habiller, harnacher, raccoutrer, revêtir, vêtir
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά ντύνω, ντύνω τις κούκλες, ντύνω τις winx, ντύνω την ντόρα, ντύνω την barbie, ντύνω πριγκίπισσες, ντύνω στα γαλλικά, accoutrer στα ελληνικά
ντύνω στα γαλλικά