lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευαίσθητος στα δανική

Λέξη:
ευαίσθητος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (16):
delikat, fin, fintfølende, følsom, irritabel, lækker, nærtagende, pirrelig, prekær, sanselig, sart, sensibel, skrøbelig, sårbar, vanskelig, øm
Σχετικές λέξεις:
δανική ευαίσθητος, ευαίσθητος συνώνυμα, ευαίσθητος αποδέκτης, ευαίσθητος άντρας, ευαίσθητος άνθρωπος, είμαι ευαίσθητος, ευαίσθητος στα δανική, delikat στα ελληνικά
ευαίσθητος στα δανική