lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευαίσθητος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ευαίσθητος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (30):
afecto, afectuoso, brando, caridoso, carnal, casquilhos, colérico, delicado, efusivo, emocional, escandaloso, fino, frágil, grácil, impressionante, impressionável, lascivo, luxurioso, meigo, mimoso, quebradiço, sensabor, sensorial, sensual, sensível, sentido, sentimental, suave, susceptível, voluptuoso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ευαίσθητος, ευαίσθητος συνώνυμα, ευαίσθητος αποδέκτης, ευαίσθητος άντρας, ευαίσθητος άνθρωπος, είμαι ευαίσθητος, ευαίσθητος στα πορτογαλικά, afecto στα ελληνικά
ευαίσθητος στα πορτογαλικά