lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευαίσθητος στα ρωσικά

Λέξη:
ευαίσθητος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (16):
впечатлителен, впечатлительный, любящий, нежный, обидчивый, плотский, раздражителен, раздражительный, самолюбив, самолюбивый, чувствен, чувственный, чувствителен, чувствительный, щекотливый, эмоциональный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ευαίσθητος, ευαίσθητος συνώνυμα, ευαίσθητος αποδέκτης, ευαίσθητος άντρας, ευαίσθητος άνθρωπος, είμαι ευαίσθητος, ευαίσθητος στα ρωσικά, впечатлителен στα ελληνικά
ευαίσθητος στα ρωσικά