lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευαίσθητος στα λευκορωσίας

Λέξη:
ευαίσθητος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (8):
далікатны, зласлівы, казытлівы, раздражняльны, уражлівы, уразлівы, адчувальны, пачуццёвы
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ευαίσθητος, ευαίσθητος συνώνυμα, ευαίσθητος αποδέκτης, ευαίσθητος άντρας, ευαίσθητος άνθρωπος, είμαι ευαίσθητος, ευαίσθητος στα λευκορωσίας, далікатны στα ελληνικά
ευαίσθητος στα λευκορωσίας