lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδιοκτησία στα δανική

Λέξη:
ιδιοκτησία (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
besiddelse, ejendom, exe, besmittelse, bondegård, egen, egenskab, gård, kvalitet
Σχετικές λέξεις:
δανική ιδιοκτησία, ιδιοκτησία συνώνυμα, ιδιοκτησία στην αγγλία, ιδιοκτησία καπε, ιδιοκτησία και πλούτοσ στη σπάρτη τησ κλασικήσ εποχήσ, ιδιοκτησία και επανάσταση, ιδιοκτησία στα δανική, besiddelse στα ελληνικά
ιδιοκτησία στα δανική