lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδιοκτησία στα νορβηγικά

Λέξη:
ιδιοκτησία (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (11):
besitta, besittelse, egen, egendom, eie, eiendel, eiendom, eierskap, gård, inneha, kvalitet
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ιδιοκτησία, ιδιοκτησία συνώνυμα, ιδιοκτησία στην αγγλία, ιδιοκτησία καπε, ιδιοκτησία και πλούτοσ στη σπάρτη τησ κλασικήσ εποχήσ, ιδιοκτησία και επανάσταση, ιδιοκτησία στα νορβηγικά, besitta στα ελληνικά
ιδιοκτησία στα νορβηγικά