κολλαρίζω στα αγγλικά κολλαρίζω στα τσεχική κολλαρίζω στα γερμανικά κολλαρίζω στα ισπανικά κολλαρίζω στα γαλλικά κολλαρίζω στα ρωσικά κολλαρίζω στα ουγγρική κολλαρίζω στα πολωνική
καταδότης στα γαλλικά προστατεύω στα πορτογαλικά φωνάζω στα δανική ορθογραφία στα αγγλικά κόβω στα γερμανικά
στο φωνάζω κόβω φλέβες ορθογραφία ή θάνατος καταδότης αγγλικά προστατεύω συνώνυμο