κολλαρίζω στα αγγλικά κολλαρίζω στα τσεχική κολλαρίζω στα γερμανικά κολλαρίζω στα δανική κολλαρίζω στα ισπανικά κολλαρίζω στα γαλλικά κολλαρίζω στα ουγγρική κολλαρίζω στα πολωνική
κόβω στα τσεχική αντικείμενο στα ουκρανικά ξένος στα ιταλικά μισθός στα τσεχική τζόκεϊ στα ιταλικά
ξένος καμύ μισθός εεδιπ κόβω τούφες καπέλα τζόκεϊ αντικείμενο κατηγορούμενο ασκήσεις