lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κράμπα στα δανική

Λέξη:
κράμπα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
kramp, krampe
Σχετικές λέξεις:
δανική κράμπα, κράμπα στον ύπνο, κράμπα στο στομάχι στην εγκυμοσύνη, κράμπα στο στομάχι, κράμπα στο πέλμα, κράμπα στο λαιμό, κράμπα στα δανική, kramp στα ελληνικά
κράμπα στα δανική