lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λάμπα στα δανική

Λέξη:
λάμπα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
lampe, rør
Σχετικές λέξεις:
δανική λάμπα, λάμπα φθορισμού, λάμπα υπερύθρων, λάμπα πυρακτώσεως, λάμπα πετρελαίου, λάμπα θυέλλης, λάμπα στα δανική, lampe στα ελληνικά
λάμπα στα δανική