lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπουκέτο στα δανική

Λέξη:
μπουκέτο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
blomsterbuket, duft
Σχετικές λέξεις:
δανική μπουκέτο, μπουκέτο τριαντάφυλλα, μπουκέτο νύφης, μπουκέτο μπαλόνια πειραιάς, μπουκέτο μπαλόνια πάτρα, μπουκέτο μπαλόνια καταστήματα, μπουκέτο στα δανική, blomsterbuket στα ελληνικά
μπουκέτο στα δανική