lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μύτη στα δανική

Λέξη:
μύτη (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
bog, næb, nubr, tut
Σχετικές λέξεις:
δανική μύτη, μύτη στα αρχαία, μύτη σκύλου, μύτη σαν σαλάμι, μύτη που ματώνει, μύτη ονειροκρίτης, μύτη στα δανική, bog στα ελληνικά
μύτη στα δανική