lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυστυχισμένος στα σουηδικά

Λέξη:
δυστυχισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (4):
arm, olycka, olycklig, stackars
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά δυστυχισμένος, χορν δυστυχισμένος, περιπλανώμενοσ δυστυχισμένοσ, είμαι δυστυχισμένος, δυστυχισμένος χορν στιχοι, δυστυχισμένος γάμος, δυστυχισμένος στα σουηδικά, arm στα ελληνικά
δυστυχισμένος στα σουηδικά