lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μύτη στα ουκρανικά

Λέξη:
μύτη (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μύτη, μύτη στα αρχαία, μύτη σκύλου, μύτη σαν σαλάμι, μύτη που ματώνει, μύτη ονειροκρίτης, μύτη στα ουκρανικά, носик στα ελληνικά
μύτη στα ουκρανικά