lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οπαδός στα δανική

Λέξη:
οπαδός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (3):
discipel, medlem, tilhænger
Σχετικές λέξεις:
δανική οπαδός, οπαδός... χουφτώνει σε live μετάδοση..δείτε το βίντεο, οπαδός... χουφτώνει σε live μετάδοση, οπαδός του οφη, οπαδός του ολυμπιακού εκφράζει την αγανάκτησή του έπειτα από το 0-3 του παναθηναϊκού, οπαδός συνώνυμα, οπαδός στα δανική, discipel στα ελληνικά
οπαδός στα δανική