lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οπαδός στα πορτογαλικά

Λέξη:
οπαδός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
absolutista, adepto, constitucional, discípulo, partidário
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά οπαδός, οπαδός... χουφτώνει σε live μετάδοση..δείτε το βίντεο, οπαδός... χουφτώνει σε live μετάδοση, οπαδός του οφη, οπαδός του ολυμπιακού εκφράζει την αγανάκτησή του έπειτα από το 0-3 του παναθηναϊκού, οπαδός συνώνυμα, οπαδός στα πορτογαλικά, absolutista στα ελληνικά
οπαδός στα πορτογαλικά