lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παζαρεύω στα δανική

Λέξη:
παζαρεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
forhandle, pruste
Σχετικές λέξεις:
δανική παζαρεύω, παζαρεύω στα δανική, forhandle στα ελληνικά
παζαρεύω στα δανική