lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ικανός στα γερμανικά

Λέξη:
ικανός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (15):
begabt, berufen, brauchbar, fit, fähig, gelehrig, geräumig, geschickt, kompetent, talentiert, tauft, tauglich, tüchtig, voluminös, zuständig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ικανός, ικανός συνώνυμα, ικανός στα αγγλικα, ικανός κατηγορίας 2 (ι/2), ικανός και για τελικό, ικανός ετυμολογία, ικανός στα γερμανικά, begabt στα ελληνικά
ικανός στα γερμανικά