lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ρόπαλο στα δανική

Λέξη:
ρόπαλο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
kø, kølle, stav, stok, stang, stokke
Σχετικές λέξεις:
δανική ρόπαλο, ρόπαλο του ηρακλή, ρόπαλο του baseball, ρόπαλο μπέιζμπολ, ρόπαλο baseball, πτυσσόμενο ρόπαλο, ρόπαλο στα δανική, kø στα ελληνικά
ρόπαλο στα δανική