lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνεχίζω στα δανική

Λέξη:
συνεχίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
forfølge, fortsætte, fortsatte, vare, bestå, pågå, vedvare
Σχετικές λέξεις:
δανική συνεχίζω, σύλλογος συνεχίζω, συνεχίζω συνώνυμα, συνεχίζω λεξικο, συνεχίζω ετυμολογια, συνεχίζω βικιλεξικο, συνεχίζω στα δανική, forfølge στα ελληνικά
συνεχίζω στα δανική