lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ταυτόχρονος στα δανική

Λέξη:
ταυτόχρονος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
δανική ταυτόχρονος, ταυτόχρονος στα δανική, samtidig στα ελληνικά
ταυτόχρονος στα δανική