lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τουφέκι στα δανική

Λέξη:
τουφέκι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
gevær, riffel, karabin, rigle, skydevåben
Σχετικές λέξεις:
δανική τουφέκι, τυφέκιο fn, τουφέκι του 1821, τουφέκι μάνλιχερ, τουφέκι ελεύθερους σκοπευτές, τουφέκι βικιπαίδεια, τουφέκι στα δανική, gevær στα ελληνικά
τουφέκι στα δανική