lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τουφέκι στα λευκορωσίας

Λέξη:
τουφέκι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
стрэльба, вінтоўка
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας τουφέκι, τυφέκιο fn, τουφέκι του 1821, τουφέκι μάνλιχερ, τουφέκι ελεύθερους σκοπευτές, τουφέκι βικιπαίδεια, τουφέκι στα λευκορωσίας, стрэльба στα ελληνικά
τουφέκι στα λευκορωσίας