lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τριαντάφυλλο στα δανική

Λέξη:
τριαντάφυλλο (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
ros, rose, rosen, rosa
Σχετικές λέξεις:
δανική τριαντάφυλλο, τριαντάφυλλο της νοστιμιάς στη στοά της λέκκα, τριαντάφυλλο της νοστιμιάς, τριαντάφυλλο στο στήθος στίχοι, τριαντάφυλλο στο στήθος, τριαντάφυλλο ονειροκρίτης, τριαντάφυλλο στα δανική, ros στα ελληνικά
τριαντάφυλλο στα δανική