lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τριαντάφυλλο στα πορτογαλικά

Λέξη:
τριαντάφυλλο (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
rosa, rosal, cor-de-rosa, rosado
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά τριαντάφυλλο, τριαντάφυλλο της νοστιμιάς στη στοά της λέκκα, τριαντάφυλλο της νοστιμιάς, τριαντάφυλλο στο στήθος στίχοι, τριαντάφυλλο στο στήθος, τριαντάφυλλο ονειροκρίτης, τριαντάφυλλο στα πορτογαλικά, rosa στα ελληνικά
τριαντάφυλλο στα πορτογαλικά