lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τριαντάφυλλο στα εσθονική

Λέξη:
τριαντάφυλλο (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (2):
roos, roosa
Σχετικές λέξεις:
εσθονική τριαντάφυλλο, τριαντάφυλλο της νοστιμιάς στη στοά της λέκκα, τριαντάφυλλο της νοστιμιάς, τριαντάφυλλο στο στήθος στίχοι, τριαντάφυλλο στο στήθος, τριαντάφυλλο ονειροκρίτης, τριαντάφυλλο στα εσθονική, roos στα ελληνικά
τριαντάφυλλο στα εσθονική