lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ωριμότητα στα δανική

Λέξη:
ωριμότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
δανική ωριμότητα, ωριμότητα ψυχολογία, ωριμότητα συνώνυμο, ωριμότητα συνώνυμα, ωριμότητα πλακούντα, ωριμότητα παιδιού, ωριμότητα στα δανική, pubertet στα ελληνικά
ωριμότητα στα δανική