lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: δολοφόνος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
assassin, cut-throat, cutthroat, homicide, killer, murderer, slayer, stabber
δολοφόνος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
hrdlořez, vrah, vražda, zabití
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
killer, mörder, totschlag
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
morder
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
asesino, homicida, matador
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
assassin, assommeur, homicide, massacreur, meurtrier, tueur, égorgeur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assassino, omicida, omicidio, uccisore
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
morder
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
душегуб, убийца, человекоубийца
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
baneman, mördare
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
забойца
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
tapja
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
murhaaja
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ubojica
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
emberölés, gyilkos, orgyilkos
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
homicida, matador
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
ucigaş
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
vrah
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бандит, безпощадний, вбивця, головоріз, стрілець, убивство, убивця
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
morderca, zabójca

Σχετικές λέξεις

δολοφόνος γκιόλια, δολοφόνος ονειροκρίτης, δολοφόνος φύσσα, δολοφόνοσ φάλαινα καταβροχθίζει άνθρωπο, δολοφόνοσ ξάνθησ, δολοφόνος της ξάνθης, δολοφόνος της πάρου, δολοφόνοσ φαίησ, δολοφόνος παιχνίδι, δολοφόνος πάρου