lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μεγεθύνω στα ισπανικά

Λέξη:
μεγεθύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (13):
abultar, acrecentar, agrandar, alargar, ampliar, amplificar, aumentar, aumentarse, añadir, dilatar, engrandecer, engrosar, ensanchar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά μεγεθύνω, μεγεθύνω μεγεθύνω, μεγεθύνω english, μεγεθύνω - μικραίνω σχήματα, μεγεθυνω ή μεγενθυνω, μεγεθύνω στα ισπανικά, abultar στα ελληνικά
μεγεθύνω στα ισπανικά