lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μεγεθύνω στα ιταλικά

Λέξη:
μεγεθύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (9):
accrescere, aggravare, ampliare, amplificare, aumentare, crescere, estendere, incrementare, ingrandire
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά μεγεθύνω, μεγεθύνω μεγεθύνω, μεγεθύνω english, μεγεθύνω - μικραίνω σχήματα, μεγεθυνω ή μεγενθυνω, μεγεθύνω στα ιταλικά, accrescere στα ελληνικά
μεγεθύνω στα ιταλικά