lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποσπώ στα ιταλικά

Λέξη:
αποσπώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (9):
distrarre, spiccare, strappare, stroncare, cavare, estrarre, passare, sfilare, trascinare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά αποσπώ, αποσπώ την προσοχή, αποσπώ συνώνυμα, αποσπώ στα αγγλικά, αποσπώ σημαίνει, αποσπώ αγγλικα, αποσπώ στα ιταλικά, distrarre στα ελληνικά
αποσπώ στα ιταλικά