lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δέσμευση στα ιταλικά

Λέξη:
δέσμευση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
coinvolgimento, impegno, debito, obbligo, onere, vincolo
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά δέσμευση, δέσμευση τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση του co2, δέσμευση συνώνυμο, δέσμευση κοινού τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση καταθέσεων, δέσμευση στα ιταλικά, coinvolgimento στα ελληνικά
δέσμευση στα ιταλικά