lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δέσμευση στα τσεχική

Λέξη:
δέσμευση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (7):
závazek, dluh, dluhopis, obligace, povinnost, služba, úpis
Σχετικές λέξεις:
τσεχική δέσμευση, δέσμευση τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση του co2, δέσμευση συνώνυμο, δέσμευση κοινού τραπεζικού λογαριασμού, δέσμευση καταθέσεων, δέσμευση στα τσεχική, závazek στα ελληνικά
δέσμευση στα τσεχική