lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κακάο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cocoa
κακάο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
kakao
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kakao
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
kakao
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cacao
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cacao, cacaoyère, chocolat
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cacao
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kakao
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
какао, какаовый
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kakao
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kakao
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
какао
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
какава, какававы
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kakao
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kakao
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
kakava
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cacau
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
cacao
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
kakao
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
какао
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kakao, kakaowy

Σχετικές λέξεις

κακάο ρόφημα, κακάο ρόφημα συνταγή, κακάο ιδιοτητες, κακάο ιον, κακάο βιολογικό, κακάο τιμή, κακάο σίδηρος, κακάο και χοληστερίνη, κακάο θερμίδες, κακάο σκόνη θερμίδες