lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θολός στα λευκορωσίας

Λέξη:
θολός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (5):
невыразны, незразумелы, няпэўны, няясны, хваля
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας θολός, θολόσ συνώνυμα, θολός σερρών, θολός μεταφραση, θολός κερατοειδής, θολός βυθός, θολός στα λευκορωσίας, невыразны στα ελληνικά
θολός στα λευκορωσίας