lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μέτωπο στα λευκορωσίας

Λέξη:
μέτωπο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (5):
лоб, чало, вядучы, лабавы, перад
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας μέτωπο, μέτωπο όχι, μέτωπο ψηλά, μέτωπο πολισάριο, μέτωπο κύματος, μέτωπο εργαζομένων για τη συνδικαλιστική αντεπίθεση, μέτωπο στα λευκορωσίας, лоб στα ελληνικά
μέτωπο στα λευκορωσίας