lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μέτωπο στα ουγγρική

Λέξη:
μέτωπο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
felület, homlok, lap, élenjáró, elülső, eleje, előrész
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μέτωπο, μέτωπο όχι, μέτωπο ψηλά, μέτωπο πολισάριο, μέτωπο κύματος, μέτωπο εργαζομένων για τη συνδικαλιστική αντεπίθεση, μέτωπο στα ουγγρική, felület στα ελληνικά
μέτωπο στα ουγγρική