lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπαίνω στα λευκορωσίας

Λέξη:
μπαίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
звяртацца, уваходзіць, унікаць, падымаццa
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας μπαίνω, παίρνω κλίση, μπαίνω συνώνυμα, μπαίνω στον μήνα μου, μπαίνω προστακτική ενεστώτα, μπαίνω προστακτική, μπαίνω στα λευκορωσίας, звяртацца στα ελληνικά
μπαίνω στα λευκορωσίας