lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πηδάλιο στα λευκορωσίας

Λέξη:
πηδάλιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
руль, стырно, штурвал
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας πηδάλιο, πρυμναίο πηδάλιο, πηδάλιο της εκκλησίας, πηδάλιο πλοίου, πηδάλιο ορισμός, πηδάλιο κανών θ, πηδάλιο στα λευκορωσίας, руль στα ελληνικά
πηδάλιο στα λευκορωσίας