lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σωματικός στα λευκορωσίας

Λέξη:
σωματικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
цялесны, фізічны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας σωματικός, σωματικόσ έλεγχοσ, σωματικός πόνος, σωματικός μωσαϊκισμός, σωματικός εκφοβισμός, σωματικός δείκτης, σωματικός στα λευκορωσίας, цялесны στα ελληνικά
σωματικός στα λευκορωσίας